ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ
ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ ΛΟΓΟΣ ΜΟΝΑΧΟΥ ΝΙΚΟΔΗΜΟΥ
«Δόξα σοι, Κύριε!»
Ἀδελφοί καί Πατέρες, Χορεία Μοναστῶν καί Μοναστριῶν, εὐσεβές Ἐκκλησίασμα!
«Δόξα σοι, Κύριε!»
Ὁ μονολόγιστος αὐτός δοξολογικός ὕμνος ἀναπεμπόταν πάντοτε, ἀπό τήν καρδιά καί τά χείλη τοῦ μακαριστοῦ πλέον Γερο-Νικόδημου. Ἰδιαίτερα τίς τελευταῖες αὐτές ἡμέρες τῆς δοκιμασίας του, δοξολογοῦσε ἀκατάπαυστα τόν Κύριό μας, πρός τόν Ὁποῖο σήμερα ὁδεύει, μετά ἀπό ἕναν σχεδόν αἰώνα ἐπίγειας ζωῆς· ἕναν αἰώνα ἀπό τόν ὁποῖο τά ἑβδομήντα δύο χρόνια του, τά πέρασε «ἐνδεδυμένος τό ταπεινό τριβώνιο τοῦ Μοναχοῦ», μέσα στό Μοναστήρι μας.
Σήμερα, ὡς ὥριμος σίτος, «ἐθερίσθη ὑπό τοῦ οὐρανίου γεωργοῦ τῶν ψυχῶν» καί ὅπως τονίζει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος «σπείρεται στόν τάφο σέ κατάσταση ἀσθενείας γιά νά ἀναστηθεῖ ἐν δυνάμει· σπείρεται ἐν φθορᾷ γιά νά ἐγερθεῖ ἐν ἀφθαρσία».
Σήμερα ὁ «χοῦς», ὅπως τό τονίζει ὁ Σοφός Σολομών στόν «Ἐκκλησιαστή» του, «ἐπιστρέφει ἐπί τήν γῆν, ὡς ἦν, καί τό πνεῦμα ἐπιστρέφει πρός τόν Θεόν, ὅς ἔδωκεν αὐτό».
Ὁ Γέρο Νικόδημος σέ ὅλη του τή ζωή, ἦταν ἄρηκτα συνδεδεμένος καί μέ τούς σπόρους καί μέ τό χῶμα. Τώρα, θά «πιάνει», δηλαδή θά λιπάνει ὁ ἴδιος τή γῆ, πού σέ λίγο θά δεχθεῖ τό χοϊκό του σῶμα.
Ἐργατικός στό ἔπακρο· ἀκάματος· ἀνύστακτος στίς Ἱερές μας Ἀκολουθίες, στίς ὁποῖες συμμετεῖχε ἐνεργά, παρά τό «προβεβηκώς τῆς ἡλικίας του», ψάλλοντας μέ τήν ἰδιάζουσα φωνή του καί τό Μοναστηριακό του ὕφος. Τά Ψαλτήρια καί τά Ἀναγνώσματα, οἰ Προφητεῖες, ἦταν στήν ἰδιαίτερη προτίμησή του καί γνώριζε, παρά τό γεγονός ὅτι ἦταν ὀλιγογράμματος, τήν Ἁγία Γραφή καί τά Πατερικά Κείμενα, ὄχι μόνο νά τά διαβάζει ἄνετα, ἀλλά νά τά ἀποστηθίζει. Μελετοῦσε διαρκῶς τούς Ἱερούς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας καί στίς συνομιλίες του ἐπικαλεῖτο πάντοτε Ἁγιοπατερικά κείμενα.
Τήν ἱερή αὐτή στιγμή, στεκόμαστε μπροστά στό Ἱερό σου Σκήνωμά σου, πολυσέβαστε Γέροντά μας, ἀποδίδοντάς σου εὐχαριστίες γιά τήν πολυχρόνια διακονία σου στό Ἱερό Αὐτό Καθίδρυμά μας. Σέ προπέμπομε ἀπό τόν πρόσκαιρο αὐτό κόσμο μέ τήν πίστη καί τήν προσδοκία τῆς Ἀνάστασης τῶν Κεκοιμημένων καί τῆς «ζωῆς τοῦ μέλλοντος αἰῶνος».
Σοῦ ἀπευθύνουμε τό «Δεῦτε τελευταῖον ἀσπασμόν», μέ τήν ἀκράδαντη πίστη ὅτι, «οὐκ ἔστιν τοῖς δούλοις τοῦ Κυρίου μας θάνατος, ἐκδημούντων ἡμῶν ἀπό τοῦ σώματος καί πρός τόν Θεόν ἐνδημούντων, ἀλλά μετάστασις ἀπό τῶν λυπηροτέρων ἐπί τά χρηστότερα καί θυμηδέστερα, καί ἀνάπαυσις καί χαρά», ὅπως πολύ εὔστοχα μᾶς τονίζει ἡ Ἐκκλησία μας, σέ μιά ἀπό τίς προσφιλεῖς σου εὐχές τῆς Γονυκλισίας, κατά τήν Κυριακή τῆς Πεντηκοστῆς.
Πορεύου λοιπόν, Γέροντα, «τήν μακαρίαν ὁδόν», γιά νά συναυλισθεῖς «μετά τῶν προαπελθόντων Πατέρων καί Ἀδελφῶν μας καί νά ἀναπαυθεῖς «παρά τάς διεξόδους τῶν ὑδάτων».
Ἐμεῖς, μέ τόν ὕστατο ἀσπασμό, ἀπευθύνουμε θερμή παράκληση πρός τόν Πανάγαθο καί πανοικτίρμονα Θεόν μας, μέ τήν ἱκεσία τοῦ ὑμνωδοῦ: «Ἀνάπαυσον ὁ Θεός τῷ πλήθει τῶν ἐν οἰκτιρμῶν σου, Πατριαρχῶν, κόλποις, τόν μεταστάντα, ἔνθα τό φῶς λάμπει τό φαιδρόν, τοῦ σοῦ προσώπου Χριστέ, παρορῶν αὐτοῦ, ἅπαντα τά παραπτώματα».
Ἀτελεύτητος ἡ μνήμη σου ἀξιομακάριστε Γέροντα!