ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ
ΕΙΡΗΝΗ
Μακαριώτατοι,
Εξοχώτατοι,
Ιερώτατοι,
Σοφολογιώτατοι,
Πάντες αγαπητοι αδελφοί σύνεδροι,
Καλώς ήλθετε εις το δεύτερον Συνέδριον δια την ειρήνην και την ανεξιθρησκείαν, το οποιον θα μελετήση το θέμα ειδικώς εν αναφορά προς την Νοτιανατολικήν Ευρώπην, τον Καύκασον και την Κεντρικήν Ασίαν.
Σας απευθύνομεν απ του καθ΄ημάς Οικουμενικού Πατριαρχείου και προσωπικώς εγκέρδιον φιλικόν χαιρετισμόν και ευχόμεθα καρποφόρους τας εργασίας του Συνεδρίου ημών.
Την στιγμήν ταύτην μετ΄ ιδιαιτέρας συγκινήσεως αναμιμνησκόμεθα του συγκληθέντος επ΄ του αυτού θέματος, με την συμμετοχήν πολλών εξ υμών αναλόγου Συνεδρίου, το οποίον εξαπέλυσε τότε την ευφήμως γνωστήν καταστάσαν "Διακύρυξιν του Βοσπόρου", εν τη οποία διατυπούνται τα συμπεράσματα του Συνεδρίου εκείνου.
Εν συνεχεία επιθυμούμεν να τονίσωμεν ότι παρά τα ενίοτε δημοσιογραφικώς υποστηριζόμενα αι διάφοροι συγκρούσεις δέν έχουν αιτίαν την διαφοράν της θρησκείας. Επί παραδείγματι τας προ τινός συγκρούσεις εν Γιουγκοσλαβία δεν προεκάλεσαν αι θρησκείαι, αν και εγένετο εκμετάλλευσις υπό διαφόρων της θρησκείας προς υποστήριξιν των θεσεών των.
Ειναι ατυχώς αι ανωτέρω περιοχαί εκείναι αι οποίαι έχουν πληγή σοβαρώς όχι μόνον από πολιτικές διενήξεις και συγκρούσεις, αλλά και από θρησκευτικάς, υπό την έννοιαν ότι οι συγκρουόμενοι ανήκουν κατά το πλείστον εις διαφόρους θρησκείας, αι ηγεσίαι ή οι πιστοί τών οποίων πολλάκις δικαιολογούν και επιτείνουν τας συγκρουσιακάς διαθέσεις. Είναι συνεπώς λίαν επίκαιρος και ταυτοχρόνως πολύ χρήσιμος η μελέτη του θέματος, εφ΄ όσον ελπίζεται ότι ο σημερινός διάλογος θα αποκαλύψη δυνατότητας συνεννοήσεως ή τουλάχιστον αποφυγής της συμμετοχης της θρησκείας εις την επιδείνωσιν της καταστάσεως.
Γνωρίζομεν ότι είναι δυσχερές εις το μέλος μιας εθνότητος ή φυλετικής τινός ομάδος, η οποία αγωνίζεται δια την επίτευξιν ωρισμένων επιδιώξεων, να παραμείνη ανεπηρέαστον και ακόμη περισσότερον να αντιταχθή εις αυτάς δια λογικών επιχειρημάτων. Συνήθως κινδυνεύει να θεωρηθή υπονομευτής των εθνικών ή φυλετικών συμφερόντων ή ενδοτικός ή μειοδοτικός ή και προδότης και να κατακριθή ή και να υποστή διώξεις και αντεκδικήσεις. Εν τούτοις, και οι εχθροί διαπραγματεύονται μεταξύ των την ειρήνην και οι λαοί αποδέχονται ότι εκάστη προσπάθεια διά την επίτευξιν εθνικών ή φυλετικών στόχων έχει χρονικά όρια και πρέπει κάποτε να τελειώνη, διότι η άνευ ορίων συνέχισις των αντιπαραθέσεων και εχθροπραξιών συνεπάγεται εξάντλησιν και ζημίαν δι? άπαντας τους αγωνιζομένους.
Ο θρησκευτικός ηγέτης και κάθε πιστός ασφαλώς υπόκειται εις το γενικόν φρόνημα της ομάδος εις την οποίαν ανήκει. Είναι δύσκολον να απαιτήση κανείς την διαφοροποίησίν του. Είναι όμως εύλογον να ζητήση κανείς την σύνεσίν του, την ορθοφροσύνην του, την διαλλακτικότητά του, την εξέτασιν του συμφέροντος του λαού του χωρίς τυφλόν φανατισμόν, αλλά με κριτήρια ψύχραιμα και ορθολογικά. Εφ' όσον ακόμη και οι στρατιωτικοί επιτελείς εξετάζουν τα προαπαιτούμενα της επιτυχούς εκβάσεως μιας επιχειρήσεως και αποφαίνονται κατόπιν σταθμίσεως εάν η σχέσις κόστους εις χρήματα και θύματα συνηγορεί υπέρ της πραγματοποιήσεως αυτής, ασφαλώς και κάθε μέλος της ομάδος οφείλει να εκτιμήση τα δεδομένα. Κατά την εκτίμησιν αυτών ο θρησκευτικός ηγέτης δεν πρέπει να παρασύρεται από συναισθηματολογίαν ή φανατισμόν. Δεν πρέπει με προχειρότητα να θεωρή την ιδικήν του κρίσιν ως θέλημα του Θεού και συνεπώς δεν πρέπει να διαβεβαιώνει τους πιστούς ότι ο Θεός ευλογεί τας πράξεις τας οποίας αυτός θεωρεί λυσιτελείς προς επίτευξιν των στόχων της ομάδος του.
Η καθημερινή πείρα μας πληροφορεί ότι εις περιοχάς συγκρούσεων και δη είτε ενδοθρησκειακών (μεταξύ των διαφόρων θρησκευτικών δοξασιών εντός της αυτής θρησκείας) είτε διαθρησκειακών (μεταξύ οπαδών διαφόρων θρησκειών) αμφότεραι αι αντιμαχόμεναι παρατάξεις πιστεύουν ότι ο Θεός ευλογεί τας ενεργείας των. Αυτό είναι αδύνατον εφ΄όσον πιστεύουμε ότι ο Θεός είναι ένας, ότι έχει μιαν θέλησιν και ότι δεν αρέσκεται εις την αιμοταχυσίαν. Εάν παραδεχθώμεν την μοναδικότητα του θελήματος του Θεού φθάνομεν εις το αναπόφευκτον συμπέρασμα, ότι ο Θεός δεν είναι δυνατόν να ευλογή τας εκ διαμέτρου αντιθέτους απόψεις δύο αντιπάλων θρησκευτικών ηγετών. ’ρα κάποιος εξ αυτών ομιλεί εξ εαυτού και όχι εκ Θεού. Ίνα μη είπωμεν ότι ενδέχεται αμφότεροι ή και οι πλείονες να ομιλούν αφ' εαυτών και όχι εκ Θεού. Όσον και αν αυτό απαρέσκη εις τους εκφραστάς των θρησκευτικών αληθειών, οδηγούμεθα εις μίαν σχετικότητα της θρησκευτικής αληθείας, οσάκις αποφαίνομαι εν ονόματι του Θεού δια καταστάσεις και πράξεις δια τας οποίας ο Θεός φέρεται ότι έχει εκφρασθή διαφορετικώς εις τας διαφόρους θρησκείας ή δεν φέρεται να έχη εκφρασθή καθόλου περί αυτών.
Δια να μη δημιουργήσωμεν εις τους νοήμονας των συνανθρώπων μας την εντύπωσιν ότι επενδύομεν χάριν αποκτήσεως κύρους τας προσωπικάς μας απόψεις με το ένδυμα της εκ Θεού προελεύσεως και ούτω προκαλέσωμεν την υπ' αυτών απόρριψιν πάσης εκτιμήσεως προς την θρησκείαν, τουθ' όπερ έχει ήδη συμβή εις μεγάλον βαθμόν, οφείλομεν οι εξ ημών θρησκευτικοί ηγέτες να μην αποδίδωμεν εις τον Θεόν τας πολιτικάς μας εκτιμήσεις.
Ασφαλώς γνωρίζομεν ότι η αντίθετος τακτική επεκράτησεν επί αιώνας και συνεπώς είναι δύσκολον να αλλαγή αποτόμως επί των ημερών μας. Εν τούτοις, είναι απαραίτητον να ωριμάσωμεν και να ίδωμεν τον καιρικόν χαρακτήρα ωρισμένων διατυπώσεων των ιερών Γραφών των θρησκειών. Εάν κάπου ιερόν τι βιβλίον εγκρίνη μίαν σφαγήν, αυτό δεν σημαίνει ότι επικροτεί πάσαν σφαγήν. Ό,τι ενεκρίθη εις μίαν εποχήν υπό συγκεκριμένας συνθήκας δεν σημαίνει ότι ισχύει δι' όλας τας εποχάς υπό αναμφιβόλως άλλας συνθήκας.Διότι κατ' αλήθειαν αι αυταί απολύτως συνθήκαι δεν επαναλαμβάνονται δευτέραν φοράν εις την ιστορίαν.
Εάν θέλωμεν να εύρωμεν χωρία εις τας ιεράς Γραφάς, τα οποία να δικαιολογούν τας οιασδήποτε απόψεις μας, ασφαλώς θα εύρωμεν είτε δι' ερμηνείας είτε δια παρερμηνείας των Γραφών. Αλλ' είναι βέβαιον ότι όλαι αι Γραφαί επαινούν την ειρήνην, την δικαιοσύνην, την συνεργασίαν. Εάν προς αυτήν την κατεύθυνσιν στρέψωμεν τας αναζητήσεις μας θα προσφέρωμεν πράγματι αγαθάς και φιλανθρώπους υπηρεσίας εις τον σύγχρονον άνθρωπον. Εις την αντίθετον περίπτωσιν θα υποβοηθήσωμεν την καταστροφήν. Ασφαλώς δε ο Θεός δεν θέλει την καταστροφή ουδενός και αυτό πρέπει να είναι η βάσις και το θεμέλιον των συζητήσεών μας. Μόνον αναζητούντες τα κοινά μας σημεία, όχι βεβαίως δια να επιτύχωμεν την αδύνατον ενοποίησιν των πίστεών μας, αλλά δια να διευκολύνωμεν την ειρηνικήν συνύπαρξίν μας, θα βοηθήσωμεν τους πιστούς και απίστους συνανθρώπους μας να ανακαλύψουν την καλωσύνην του Θεού και να γίνουν συνειδητώς πιστοί.
Πριν κατακλείσωμεν την παρούσαν εναρκτήριον ομιλίαν ημών, επιθυμούμεν όπως εκ μέρους του Οικουμενικού Πατριαρχείου και εκ μέρους όλων σας, αλλά και της ημετέρας Μετριότητος προσωπικώς,εκφράσωμεν τας θερμάς ημών ευχαριστίας προς τας αρχάς της εντίμου Τουρκικής Δημοκρατίας, αι οποίαι προφρόνως παρέσχον την προς σύγκλησιν του Συνεδρίου τούτου άδειαν, μετέχουν δε των εργασιών αυτού δια του Διευθυντού θρησκευμάτων της χώρας Καθηγητού κ. Ali Bardako?lu.
Ευχόμεθα όπως κατά την διάρκειαν αυτού του Συνεδρίου, δια της συμβολής όλων υμών των αγαπητών συνέδρων, πραγματοποιηθούν αρκετά βήματα προς την κατεύθυνσιν της ειρηνικής συνυπάρξεως των λαών με διαφορετικάς θρησκευτικάς πίστεις. Και αναμένομεν μετ' αδημονίας τας σχετικάς εισηγήσεις σας.
Σας ευχαριστούμε δια την προσοχήν σας.